ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗ "ΟΡΝΙΘΕΣ'

ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ
«ΟΡΝΙΘΕΣ»

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗ
Ο Αριστοφάνης γεννήθηκε στην Αθήνα τον 5ο αιώνα π.Χ. όταν την πόλη διοικούσε ο περίφημος Περικλής.
O Αριστοφάνης είναι ένας μεγαλοφυής κωμωδιογράφος. Εμπνέεται από τα κοινωνικά θέματα  της εποχής του: τα προβλήματα της πόλης, τις πολιτικές αντιπαραθέσεις, τα φαινόμενα διαφθοράς της εξουσίας, τις οικονομικές μεταλλάξεις  των συμπολιτών του αλλά γενικά από και την καθημερινότητά τους. 
Οι σύγχρονοι μελετητές της αρχαίας λογοτεχνίας αναγνωρίζουν σήμερα τον Αριστοφάνη ως τον πιο μεγάλο Έλληνα κωμικό ποιητή.
Οι κωμωδίες του Αριστοφάνη μιλάνε για τα προβλήματα της εποχής του που όμως παραμένουν επίκαιρα ακόμη και σήμερα, 2.500 χρόνια μετά.
Έλαβε συνολικά 10 μεγάλα πρώτα βραβεία σε σχετικούς θεατρικούς διαγωνισμούς. Από τα έργα του φαίνεται πως είχε εξαιρετική μόρφωση.
Έγραψε πάνω από 40 κωμωδίες  από τις οποίες σώζονται μόνο 11. Τα έργα του Αριστοφάνη  που διασώθηκαν και παίζονται ακόμη και σήμερα με μεγάλη επιτυχία στις θεατρικές σκηνές όλου του κόσμου είναι: Αχαρνής, Ιππείς, Νεφέλες,  Σφήκες,  Ειρήνη,  Όρνιθες,  Λυσιστράτη,  Θεσμοφοριάζουσες,  Βάτραχοι, Εκκλησιάζουσες, Πλούτος .

Η ΥΠΟΘΕΣΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ
Δύο Αθηναίοι φίλοι, ο πονηρός Πεισθέταιρος και ο αγαθός Ευελπίδης
ψάχνουν την ιδανική πολιτεία για να ζήσουν καθώς η Αθήνα έχει γίνει ανυπόφορη. Όταν πια βρίσκουν τον Τσαλαπετεινό, εκείνος τους απογοητεύει καθώς δεν έχει να προτείνει καμία πόλη που να τους αρέσει. Τότε όμως ο Πεισθέταιρος συλλαμβάνει την ιδέα να ιδρύσουν μαζί με τον Τσαλαπετεινό την πόλη των πουλιών στους αιθέρες, στο μεσοδιάστημα δηλαδή μεταξύ του κόσμου των ανθρώπων και του κόσμου των θεών. Ο Τσαλαπετεινός πείθεται και καλεί τα πουλιά για να τους ανακοινώσουν μαζί το σχέδιο του Πεισθαίτερου. Τα πουλιά εμφανίζονται αγριεμένα από την εισβολή των ανθρώπων καθώς γνωρίζουν πόσο άσχημα συμπεριφέρονται στα πουλιά και στη φύση. Στο τέλος ο Πεισθέτερος πείθει τα πουλιά να ιδρύσουν τη Νεφελοπτηνοπολιτεία με στόχο να αναδειχτούν σε ρυθμιστές της θεϊκής εξουσίας λειτουργώντας ως ενδιάμεσοι των θεών με τους ανθρώπους.
Έτσι τα πουλιά χωρίζονται σε ομάδες εργασίας και ξεκινάει το χτίσιμο του τείχους που θα περιβάλλει τη χώρα των πουλιών και θα εμποδίζει έτσι την τσίκνα από τις θυσίες των ανθρώπων να ανεβαίνει στους θεούς.
Εν τω μεταξύ οι Θεοί αρχίζουν να πεινάνε και να ανησυχούν γιατί δεν φτάνουν πια στους ουρανούς οι θυσίες των ανθρώπων. Αρχικά στέλνουν την Ίριδα ως αγγελιοφόρο, την οποία όμως εκδιώκει βίαια ο Πεισθέταιρος.
Τελικά φτάνει μια αντιπροσωπία θεών με τον Ποσειδώνα και τον Ηρακλή και καταλήγουν σε συμβιβασμό με τα πουλιά.

ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ:
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ: Αθηναίος πολίτης
ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ: Αθηναίος πολίτης
ΤΣΑΛΑΠΕΤΕΙΝΟΣ: Άνθρωπος που έγινε πουλί.
ΠΟΙΗΤΗΣ: Θέλει να γίνει κάτοικος της Νεφελοπτηνοπολιτείας
ΙΡΙΣ: Φτερωτή θεά, αγγελιαφόρος των θεών.
ΑΗΔΟΝΑ: Η γυναίκα του Τσαλαπετεινού.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Ο θεός της θάλασσας.
ΗΡΑΚΛΗΣ: Ο γνωστός ήρωας
ΧΟΡΟΣ ΑΠΟ ΠΟΥΛΙΑ

Ακούγεται το τραγούδι:  «Το πουλάκι τσίου!»

ΣΚΗΝΗ 1η
ΣΚΗΝΙΚΟ: Βρισκόμαστε στη μέση του πουθενά, σ’ έναν έρημο τόπο γεμάτο βράχια. Δυο άνθρωποι βαδίζουν στη σκηνή χαμένοι και στα χέρια τους κρατούν ένα πουλί για οδηγό τους. Είναι ο Πεισθέταιρος και ο Ευελπίδης, Αθηναίοι πολίτες, που έφυγαν από την πόλη τους και ψάχνουν έναν καλύτερο τόπο για να μείνουν.

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ: Αχ, δυστυχία μου, διάλεξα μια κουκουβάγια  για οδηγό και περπατάω άσκοπα τόσες ώρες. Πουλί της σοφίας σου λέει. Όπου θέλει με πάει. Στο τέλος θα χαθούμε. 
ΤΟ ΠΟΥΛΙ ΚΡΑΖΕΙ
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ: Σκάσε κι εσύ, χαζοπούλι! Τριάντα ευρώ έδωσα για χάρη σου! Όχι μόνο τον δρόμο για τη χώρα των πουλιών δεν ήξερες, αλλά μου τσιμπάς κι από πάνω το χέρι και με πονάς για να γυρίσουμε πίσω στην Αθήνα. Μήπως δεν είσαι κουκουβάγια αλλά μπούφος;
ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ: Απορώ πώς πιστέψαμε ότι η κουκουβάγια θα μας οδηγούσε στον τσαλαπετεινό που πριν γίνει πουλί ήταν άνθρωπος σαν κι εμάς;
 ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ: Σσσς… για στάσου… Κάτι λέει το χαζοπούλι. Μου φαίνεται ότι φτάσαμε στη χώρα των… πουλιών.
ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ: Θα φωνάξω τον τσαλαπετεινό για να δω αν η κουκουβάγια έχει δίκιο. Παιδί, ε! παιδί! Μα τι λέω! Ε, εσείς, τσίου, τσίου!
(Μπαίνει ο Τσαλαπετεινός πολύ εντυπωσιακός, φορτωμένος πολύχρωμα φτερά)
ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ: Πωπώ θεοί μου! Τι φτερά και κακό είν’ αυτό; Υπερπαραγωγή!
ΤΣΑΛΑΠΕΤΕΙΝΟΣ: (Με ύφος) Ποιοι είστε εσείς που με ζητάτε και τι θέλετε από μένα;
ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ: Είμαστε άνθρωποι  από την Αθήνα. Ήρθαμε σε σένα γιατί πριν γίνεις πουλί, ήσουν άνθρωπος. Τώρα που είσαι πουλί πετάς πάνω από θάλασσες και στεριές και τα βλέπεις όλα.
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ: Θέλουμε να μας βρεις μια ωραία πόλη  για να πάμε να ζήσουμε γιατί δεν αντέχουμε πια στην Αθήνα.
ΤΣΑΛΑΠΕΤΕΙΝΟΣ: Και τι κακό έχει η Αθήνα σας;
ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ: Και τι δεν έχει. Κυκλοφοριακό, ρύπανση, θορύβους… Άσε, δεν αντέχεται σου λέω.
ΤΣΑΛΑΠΕΤΕΙΝΟΣ: Να τα λύσετε τα προβλήματά σας. Τι μου ήρθατε εδώ; Για να βρωμίσετε και τον δικό μας τόπο;
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ: (Γυρίζει προς τον κόσμο) Μωρέ δίκιο έχει το πουλί. (Προς τον Τσαλαπετεινό) Δείξτε μας πώς ζείτε εσείς και τι κάνατε για να μάθουμε και να σώσουμε την Αθήνα.
ΤΣΑΛΑΠΕΤΕΙΝΟΣ: Εμένα άχρηστοι μου φαίνεστε αλλά τέλος πάντων, ας το συζητήσουμε.

ΣΚΗΝΗ 2η
Εμφανίζεται ο Τσαλαπετεινός, ο Πεισθέταιρος και ο Ευελπίδης.

ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ: Ξέρεις τι σκεφτήκαμε, Τσαλαπετεινέ μου;
ΤΣΑΛΑΠΕΤΕΙΝΟΣ: Έτσι που κάνατε την ένδοξη Αθήνα σαν τα μούτρα σας, βλακεία θα πεις αλλά, έλα λέγε λέγε, δεν έχω και πολύ χρόνο.
ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ: Να φτιάξουμε μια νέα πόλη για σας τα πουλιά που να τη ζηλεύουν όλοι. Σ’ αυτήν να ζήσουν και όσοι άνθρωποι το επιθυμούν.
ΤΣΑΛΑΠΕΤΕΙΝΟΣ: Μμμμ, ενδιαφέρον!  Και πώς τη φαντάζεστε την νέα μας πόλη;
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ: Να, θα έχει μεγάλα πάρκα, θα είναι καθαρή, χωρίς αυτοκίνητα και καυσαέρια. Οι κάτοικοι θα την αγαπούν και θα τη φροντίζουν.
ΤΣΑΛΑΠΕΤΕΙΝΟΣ:  Νομίζω ότι θέλει συζήτηση το πράγμα. (Φωνάζει τη γυναίκα του) Αηδόνα, Αηδόνα, έλα εδώ. (Μπαίνει η Αηδόνα) Φώναξε, σε παρακαλώ όλα τα πουλιά σε συνέλευση.
ΑΗΔΟΝΑ: Τσίου, τσίου! Ελάτε εδώ αγαπητοί μου φτερωτοί σύντροφοι. Αφήστε τα κλαδιά και τους ουρανούς και ελάτε στη συνέλευση.
(Μπαίνει ο Χορός των Πουλιών χορεύοντας και τραγουδώντας το «Τρία πουλιά, τρία πουλιά Βολιώτικαααα! Μας κλέψαν την Αννούλα, Αννούλα μας γλυκιά!»
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ: Αμάν! Τι θαύμα είναι τούτο; Γέμισε ο τόπος πουλιά! Κοίτα, να ένας κοκκινολαίμης! Να μια πλουμιστή πέρδικα! Δες, μια αγριόπαπια μαζί μ’ ένα περήφανο γεράκι! Αλήθεια βρισκόμαστε στη χώρα των Πουλιών; Θεέ μου, θα πετάξω κι εγώ απ’ τη χαρά μου!
ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ: Ωχ, ωχωχ! Ένας αετός έρχεται καταπάνω μου! Θα χεστώ απ’ το φόβο μου!
ΧΟΡΟΣ: Ποιος είναι αυτός που μας κάλεσε; Ποιος είναι ο λόγος που μας θέλει;
ΤΣΑΛΑΠΕΤΕΙΝΟΣ: Εγώ σας κάλεσα γιατί ήρθαν δυο άνθρωποι από την Αθήνα και μου το ζήτησαν.
ΧΟΡΟΣ: Πως; Άνθρωποι; Αυτοί είναι οι χειρότεροι εχθροί μας. Αυτοί δεν είναι που μας σκοτώνουν στο κυνήγι; Αυτοί δεν είναι που καταστρέφουν τους τόπους που ζούμε; Ένας μια φορά σκότωσε έναν δικό μας για πλάκα! Μάλιστα για πλάκα!
ΤΣΑΛΑΠΕΤΕΙΝΟΣ: Μη βιάζεστε. Αυτοί δεν είναι σαν τους άλλους.
ΧΟΡΟΣ: Μωρέ όλοι τους ίδιοι είναι. Απάνω τους αδέρφια. Μην τους αφήνετε. Διώξτε τους από δω. Αυτοί μόνο για κακό είναι.
ΤΣΑΛΑΠΕΤΕΙΝΟΣ: Σταθείτε, σταθείτε. Σ’ αυτούς αρέσει ο τρόπος που ζείτε. Θέλουν να ζήσουν κοντά σας, στη δική σας πολιτεία γιατί σιχάθηκαν τους άλλους ανθρώπους μ’ αυτά που κάνουν.
ΧΟΡΟΣ: Εμείς κάναμε πολύ κόπο να χτίσουμε την πολιτεία μας. Δεν θα την χαρίσουμε σ’ αυτούς.
ΤΣΑΛΑΠΕΤΕΙΝΟΣ: Ακούστε πρώτα αυτά που έχουν να σας πουν.
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ: Καλά μου Πουλιά, δεν ξέρετε πόσο πονάω για σας. Τον παλιό καιρό εσείς κυβερνούσατε τον κόσμο, πριν ακόμα από τους θεούς και τους ανθρώπους. Να, στην Αίγυπτο εσάς είχαν για θεούς. και οι Πέρσες είχαν για θεό τους έναν κόκορα.
ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ: Ναι, γι’ αυτό οι βασιλιάδες φορούν ακόμη στέμμα. Το πήραν από το λειρί του κόκορα. Κι όταν λαλούν, όλοι ξυπνάνε και πάνε για δουλειά.
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ: Κι ο Δίας δεν έχει για σύμβολο στο σκήπτρο του τον αετό; Η σοφή Αθηνά έχει κι αυτή ένα πουλί, την κουκουβάγια.
ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ: Ο Ερμής δεν βλέπετε που φοράει φτερούγες και πετάει; Το ίδιο και η θεά Νίκη, ο θεός Έρωτας, η Ίριδα.
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ: Αυτή είναι η ιστορία σας. Εμείς την ξέρουμε και σας τη λέμε για να δείτε την αξία σας. Τώρα οι άνθρωποι σας λένε χαζοπούλια. Σας σκοτώνουν, σας μαγειρεύουν και σας τρώνε. Τους κακούς μαθητές τους λένε μπούφους, τους φοβητσιάρηδες τους λένε κότες και τους εγωιστές παγόνια. Έτσι σας κατάντησαν οι άνθρωποι!
ΧΟΡΟΣ: Σταμάτα, σταμάτα! Βούρκωσαν τα μάτια μας. Ευτυχώς βρέθηκε κι ένας άνθρωπος να μας καταλάβει. Είμαστε έτοιμοι να σας ακολουθήσουμε και μαζί σας να ενωθούμε. Ακούστε μας τώρα. Θα πάτε στο εργαστήριο.  Εκεί θα βρείτε έναν μάστορα. Θα σας φτιάξει φτερά σαν τα δικά μας  για να πετάτε σαν κι εμάς.
(Κλείνει η σκηνή.)

ΣΚΗΝΗ 3η
Στη σκηνή εμφανίζονται ο Πεισθέταιρος, ο Ευελπίδης, ο Τσαλαπετεινός και ο Χορός.
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ: Μα τον Δία, δεν έχω ξαναδεί πιο γελοίο θέαμα. Κοτζάμ μαντράχαλος με φτερά! Σαν το πουλί της χούντας είσαι.
ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ: Γιατί εσύ είσαι καλύτερος; Ούτε Απόκριες να ‘ταν.
ΤΣΑΛΑΠΕΤΕΙΝΟΣ: Φίλοι μου, είστε τυχεροί που έχετε φτερά. Όποιος έχει φτερά είναι πλούσιος.
ΧΟΡΟΣ: Εσείς οι άνθρωποι γι’ αυτό μας ζηλεύετε γιατί δεν μπορείτε να κάνετε όσα κάνουμε εμείς. Μη στενοχωριέστε όμως, θα σας μάθουμε να πετάτε. Την ουρά να προσέχετε. Η ουρά είναι το μυστικό μας.
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ: Η αλήθεια είναι ότι οι άνθρωποι ωφελήθηκαν πολύ από εσάς τα πουλιά… εεε… δηλαδή από εμάς τα πουλιά. Τα πουλιά κοιτούν οι άνθρωποι για να μάθουν τι καιρό θα κάνει. Όταν οι γερανοί φεύγουν για την Αφρική, οι γεωργοί πάνε να οργώσουν τα χωράφια τους. Και με το πρώτο λάλημα του κούκου αρχίζουν το θέρισμα.
ΧΟΡΟΣ: Να, γι’ αυτό λένε «Μου το είπε ένα πουλάκι!»
ΤΣΑΛΑΠΕΤΕΙΝΟΣ: Και τα χωράφια τους προστατεύουμε από τις ακρίδες και τα έντομα. Τα χελιδόνια τρώνε κουνούπια και μύγες. Οι κουκουβάγιες ποντίκια και οι αετοί φίδια και  σαύρες.
ΧΟΡΟΣ: Με το κελάηδημα χαρίζουμε στους ανθρώπους μελωδικά τραγούδια κι όλη η φύση γαληνεύει.
(Κλείνει η σκηνή.)


ΣΚΗΝΗ 4η
Στη σκηνή εμφανίζονται ο Πεισθέταιρος, ο Ευελπίδης και ο Χορός των Πουλιών.

ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ: Κοιτάξτε κάτω, έπειτα επάνω και στριφογυρίστε το λαιμό. Τι βλέπετε;
ΧΟΡΟΣ: Να μας στραβολαιμιάσεις θέλεις; Τίποτα δεν βλέπουμε. Μόνο τον ουρανό και τα σύννεφα.
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ: Αυτή δεν είναι η χώρα των Πουλιών; Εδώ λοιπόν πρέπει να φτιάξετε την πόλη σας και να της χτίσετε γύρω γύρω ένα τείχος. Γιατί δεν είναι ωραίο να πετάτε από δω κι από κει χωρίς να ‘χετε τη δική σας πόλη.
ΧΟΡΟΣ: Σωστά μιλάς. Και πώς θα την ονομάσουμε την πόλη μας;
ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ: Να της δώσουμε ένα όνομα δοξασμένο, μεγάλο. Κάτι που να θυμίζει αστέρια, σύννεφα, νεφέλες…
ΧΟΡΟΣ: Κάτι που να θυμίσει κελάηδισμα, τιτίβισμα, τραγούδι πουλιών…
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ: Τι λέτε να την πούμε Νεφελοπτηνοπολιτεία;
ΧΟΡΟΣ: Ωραίο όνομα! Ό,τι πρέπει για μας τα πουλιά. Θα μας βρίσκουν αμέσως. Πες μας τώρα, από πού πρέπει ν’ αρχίσουμε;
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ: Εμπρός λοιπόν, οργανωθείτε για ν’ αρχίσει  η δουλειά. Πρώτα θα χτίσουμε το τείχος μας. Για τα θεμέλια να φέρουν πέτρες οι γερανοί από τη Λιβύη. Οι Τρυποκάρυδοι να τις σπάνε με τις μύτες του και τα χελιδόνια να φτιάξουν λάσπη.
ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ: Οι πελαργοί να φτιάξουν τούβλα και τα γεράκια να χαράξουν το σχέδιο.
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ: Εσείς χήνες να πατάτε με τα πόδια σας τη λάσπη με τις πέτρες για να ισιώνουν στο τείχος.
ΧΟΡΟΣ: Όλοι σαν βοηθήσουν, το έργο γρήγορα θα γίνει. Σαν να τη βλέπουμε κιόλας μπροστά μας την καινούρια μας πολιτεία.
(Κλείνει η σκηνή.)

ΣΚΗΝΗ 5η
Στη σκηνή εμφανίζονται ο Τσαλαπετεινός, ο Ποιητής, ο Χορός, ο Πεισθέταιρος και ο Ευελπίδης.)

ΤΣΑΛΑΠΕΤΕΙΝΟΣ: Πεισθέταιρε, το τείχος της πόλης μας είναι έτοιμο.
ΧΟΡΟΣ: Η πιο ωραία πόλη του κόσμου είναι η δική μας. Κι όποιος θέλει να μείνει μαζί μας και να καλοπερνάει, ας έρθει μαζί μας.
ΠΟΙΗΤΗΣ: Την περίφημη Νεφελοτηνοπολιτεία ήρθα να δω και να υμνήσω. Ω Μούσα, με τους ύμνους σου ψάλε τα καλά της,
ΠΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ: Ποιος είσαι ‘συ και τι γυρεύεις στην πόλη μας;
ΠΟΙΗΤΗΣ: Είμαι ποιητής και ήρθα να δω από κοντά την ένδοξη την πόλη σας.
ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ: Φίλοι μου, αν θέλουμε η πόλη μας να γίνει αυτό που ονειρευόμαστε πρέπει όλους να τους δεχόμαστε, φτάνει τους νόμους και τα ήθη μας να σέβονται.
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ: Φτάνει να έρχονται ειρηνικά και στης πόλης τα κοινά να συμμετέχουν.
ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ: Εμείς Ποιητή, τους πολιτικούς δεν τους θέλουμε κόλακες και λαοπλάνους, να μας κυβερνούν με το ζόρι και μόνο το συμφέρον τους να κοιτούν. Ψηφίζουμε τους καλύτερους για τη χώρα μας κι όχι μονάχα για το σήμερα.
ΠΟΙΗΤΗΣ: Και σαν γίνει λάθος κι άλλος σας βγει, τι θα τον κάνετε; Γιατί αλλιώς δείχνουν πριν εκλεγούν κι άλλα κάνουν μετά σαν πάρουν την καρέκλα.
ΧΟΡΟΣ: Αν τον τόπο αγαπάς πραγματικά, μακριά θα βλέπεις και όλα τότε διορθώνονται.
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ: Σε κάθε γειτονιά έχουμε υπεύθυνους για τα προβλήματα που βρίσκουν κι όλοι για το κοινό καλό κοπιάζουν.
ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ: Κι οι νόμοι μας δίκαιοι είναι και τους αδύναμους φροντίζουν.
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ: Λέω λοιπόν, πως αφού φτιάξαμε μια τόσο υπέροχη πόλη, είναι κρίμα κι άδικο να μην γίνουμε ξανά αφέντες του κόσμου.
ΧΟΡΟΣ: Και πώς θα γίνει αυτό;
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ: Καθώς η πόλη μας βρίσκεται στα σύννεφα, ανάμεσα στη γη και στον ουρανό, θα ζητήσουμε λοιπόν  την εξουσία απ’ τον Δία.
ΧΟΡΟΣ: Και θα δεχτεί έτσι εύκολα;
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ: Αν αρνηθεί, θα του κηρύξουμε πόλεμο. Πρώτα θα στείλουμε ένα πουλί να ζητήσει από τους ανθρώπους να μη θυσιάζουν στους θεούς αφού εμείς τους βοηθάμε περισσότερο και τους προστατεύουμε καλύτερα.
ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ: Χωρίς εμάς θα τους σφίξει η πείνα και τότε…
ΧΟΡΟΣ: Και τότε όλος ο κόσμος θα γίνει δικός μας!
(Κλείνει η σκηνή.)

ΣΚΗΝΗ 6η
Στη σκηνή εμφανίζονται ο Χορός,  ο Τσαλαπετεινός, ο Πεισθέταιρος και μπαίνει η Ίρις.

ΤΣΑΛΑΠΕΤΕΙΝΟΣ: Ε, εσύ! Από πού ξεφύτρωσες; Ε, σταμάτα! Πού πας; Ποια είσαι; Από πού έρχεσαι;
ΙΡΙΣ: Είμαι η θεά Ίριδα και έρχομαι από τους θεούς του Ολύμπου.
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ: Πώς μπήκες στην πόλη μας; Οι καρακάξες σε άφησαν να μπεις;
ΙΡΙΣ: Έδειξα τα κάλλη μου και πέρασα!
ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ: Δεν περνάν αυτά. Μήπως λάδωσες; Μήπως ξεγέλασες τους φρουρούς; Είναι σοβαρό αυτό. Πες την αλήθεια.
ΙΡΙΣ: Αμάν πού ήρθα! Είναι τρελοί αυτοί. Πάω αμέσως να το πω στους ανωτέρους μου.
ΧΟΡΟΣ: Να πας όπου θέλεις. Γυναίκα με φτερά δεν είσαι; Τι περιμένεις;
(Κλείνει η σκηνή.)


ΣΚΗΝΗ 7η
Εμφανίζονται ο Ευελπίδης, ο Πεισθέταιρος, ο Ηρακλής, ο Ποσειδώνας,  και ο Χορός

ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ: Ποιοι είναι πάλι ετούτοι; Όποιος θέλει περνάει εδώ; Για να δω καλά. Σαν γνωστοί μου φαίνονται.
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ: Είναι θεοί που ήρθαν για πρέσβεις. Είναι πολύ πεινασμένοι. Φέρτε μου γρήγορα μεζέδες για να τους παίξω ένα παιχνίδι.
ΗΡΑΚΛΗΣ: Έχουν θολώσει τα μάτια μου από την πείνα. Δεν σας βλέπω μπροστά μου. Μμμ, κάτι μου μυρίζει.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Μάζεψε τα σάλια σου, Ηρακλή. Κι εγώ έχω ξελιγωθεί από την πείνα.
ΗΡΑΚΛΗΣ: Θείε Ποσειδώνα, πολύ θα το ‘θελα να καρυδώσω αυτά τα πουλιά που μας πολεμούν και οι άνθρωποι δεν μας ταΐζουν. Μια χαρά περνούσαμε όλα τα χρόνια. Είχαμε τους ανθρώπους στην υπηρεσία μας και μας έφερναν ό, τι τραβούσε η ψυχή μας. Αυτά τα πουλιά τους ξύπνησαν.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Συγκρατήσου, Ηρακλή. Εδώ μας έστειλε ο Δίας για να κλείσουμε ειρήνη κι όχι για να τσακωθούμε. Άσε μη θυμηθούν ότι είχες σκοτώσει τις Στυμφαλίδες Όρνιθες και τότε θα τα χάσουμε όλα.
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ: Εμάς δεν μας αρέσει ο πόλεμος. Εμείς μια πόλη φτιάξαμε. Την πόλη των πουλιών.
ΗΡΑΚΛΗΣ: Ε, εσύ που ψήνεις. Πέτα μας κανένα κοψίδι. Λυπήσου με. Τόσους άθλους έκανα στη ζωή μου.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Δυστυχώς από τότε που οι άνθρωποι σταμάτησαν να θυσιάζουν στους θεούς, αναγκαστικά το ρίξαμε στη νηστεία. Κι αν είμαστε θεοί, πόσο ν’ αντέξουμε;  Γι’ αυτό ήρθαμε να προτείνουμε ειρήνη.
ΕΥΕΛΠΙΔΗΣ: Αν ο Δίας δώσει την εξουσία στα πουλιά, η συμφωνία έκλεισε κιόλας.
ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣ: Ακούστε με προσεκτικά. Ο Δίας προτείνει τους παρακάτω όρους: Εσείς θα σέβεστε εμάς τους θεούς κι εμείς θα σας στείλουμε τη δύναμη να μιλάτε με τους ανθρώπους. Έτσι θα τους κάνετε να καταλάβουν τα λάθη τους και τη φύση θα προστατεύουν.
ΧΟΡΟΣ: Ναι, αυτά ακριβώς θέλουμε.
ΠΕΙΣΘΕΤΑΙΡΟΣ: Ας κλείσουμε λοιπόν τη συμφωνία μας και να την γλεντήσουμε με ένα μεγάλο γλέντι. Και μακάρι έτσι να είναι από δω και πέρα η ζωή μας.
ΧΟΡΟΣ: Ελάτε όλοι, άνθρωποι και πουλιά, στην χαρούμενη Νεφελοπτηνοπολιτεία. Μαζί σας είμαστε ο  κόσμος μας καλύτερος θα γίνει.
ΗΡΑΚΛΗΣ: Να μείνω κι εγώ μαζί σας; Ξέρω και μπουζούκι.
(Ο Ηρακλής πιάνει ένα μπαγλαμά και όλοι μαζί τραγουδούν και χορεύουν)
 «Θα ζήσω ελεύθερο πουλί
κι όχι κορόιδο στο κλουβί…»

ΤΕΛΟΣ

-Η διασκευή είναι από έκδοση του Υπουργείου Πολιτισμού.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Translate-Μετάφραση